«δυσσεβεῖς Ἕλληνες» (εἰδωλολάτραι)

Παν.Κ. Χρήστου, «Οι περιπέτειες των εθνικών ονομάτων των Ελλήνων», Κυρομάνος, 1993 (α' έκδ. 1960):

Ήδη από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες το όνομα Έλλην είχε αλλάξει έννοια, από εθνική σε θρησκευτική, και εσήμαινε πλέον τον ειδωλολάτρη και τον ασεβή. Στην πραγματικότητα η μεταβολή αυτή έλαβε χώρα στους εβραίους, και ειδικά μετά την σύγκρουση ελληνισμού- ιουδαϊσμού επί Σελευκιδών (Αντιόχου Δ' του Επιφανούς) και Μακκαβαίων. [1] Έτσι στην Παλαιά Διαθήκη το όνομα Έλλην έχει πάντοτε θρησκευτική, ή και θρησκευτική, σημασία. Αντιθέτως στην Καινή Διαθήκη συναντάται με όλες τις έννοιες, σχεδόν πάντοτε όμως όχι με αυστηρώς θρησκευτική σημασία.

Η εξέλιξις προς την ακραιφνώς θρησκευτική έννοια υπήρξε βραδεία και ωλοκληρώθηκε μέσω της συγκρούσεως ελληνισμού-χριστιανισμού. Τον 2ο αι. ο Αθηναίος απολογητής Αριστείδης διαχωρίζει την ανθρωπότητα σε τρία γένη· τους ειδωλολάτρες, τους Ιουδαίους και τους Χριστιανούς («Απολογία»). Διακρίνει όμως τους Έλληνες ως ένα από τα αντιπροσωπευτικά ειδωλολατρικά έθνη. Άγνωστος ιουδαιοχριστιανός συγγραφεύς της ιδίας εποχής όμως, ονομάζει όλο το «γένος» των ειδωλολατρών «Έλληνες». Μετά μισό αιώνα, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς συμφωνεί.

Εν τω μεταξύ οι αρχαιόθρησκοι Έλληνες λόγιοι, χαρακτηρίζουν τον χριστιανισμό βαρβαρικό προϊόν και τους χριστιανούς βαρβάρους, ακόμη και εάν είναι ελληνικής καταγωγής και μορφωμένοι. Έτσι και οι τελευταίοι εγκαταλείπουν τελικώς το πάλαι ποτέ εθνικό τους όνομα, στο οποίο μάλιστα δίδεται περιφρονητική σημασία. Στην εξέλιξη αυτή πρωτοστάτησαν οι εξ Ανατολής, μη ελληνικής καταγωγής, χριστιανοί, στην πολεμική των οποίων διακρίνεται, πέραν της θρησκευτικής, υποβόσκουσα και η φυλετική αντίθεσις. Γράφει χαρακτηριστικά [Σημ. Φ.Μ.: και... εξωφρενικά!] ο Ασσύριος απολογητής Τατιανός το 170 μ.Χ. («Προς Έλληνας»), επιθυμώντας υποσυνείδητα να κατακρημνίσει την δόξα του έθνους, το οποίο είχε κάποτε υποδουλώσει την δική του χώρα:

«Μη πάνυ φιλέχθρως διατίθεσθε προς τους βαρβάρους, ω άνδρες Έλληνες, μηδέ φθονήσετε τοις τούτων δόγμασι. Ποίον γαρ επιτήδευμα παρ' υμίν την σύστασιν ουκ από βαρβάρων εκτήσατο;» Τελικώς το «έλλην» χάνει ολοσχερώς την εθνική σημασία και μένει με την θρησκευτική (ειδωλολάτρης, δυσσεβής) αποκλειστικώς. Ελάχιστοι φαίνεται να διαφωνούν με αυτή την χρήση (π.χ. Προκόπιος, Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος). Ακόμη και οι αρχαιόθρησκοι το χρησιμοποιούσαν με την θρησκευτική του σημασία. Η κατάστασις αλλάζει πολύ αργότερα, ειδικώς από τον 11ο αι.

Αξίζει να σημειωθεί η προς την αντίθετη κατεύθυνση μεταβολή του εθνικού ονόματος των Ελλήνων στην λατινική του μορφή Γραίκοι. Ενώ το Έλλην στο στόμα των χριστιανών κατέληξε να σημαίνει ειδωλολάτρης, το Γραίκος στο στόμα των Ρωμαίων έτεινε να σημαίνει χριστιανός. Οι πρώτοι χριστιανοί της Δύσεως ήσαν ως επί το πλείστον Έλληνες (π.χ. οι 13 από τους 16 πρώτους πάπες ήσαν Έλληνες) Ο Τερτυλιανός γράφει («De Pallio», 3, PL 2,1094): «γιατί δεν συμπεριφέρεσθε εντίμως προς τους Γραίκους;» Και ο Ιερώνυμος βεβαιώνει («Epistola» 54 ad Furiam 5, PL 22,552) ότι, όταν παλαιότερα εμφανιζόταν κάποιος χριστιανός, οι Ρωμαίοι φώναζαν «ο γραίκος, ο επιθέτης», δηλ. ο Έλλην, ο απατεών («Graecus impostor»). Αλλά ως προς αυτή την κατεύθυνση δεν σημειώθηκε πλήρης μετάπτωσις της εννοίας.

[1] Σημ. Φ.Μ.: Η σύγκρουσις υπήρξε λυσσώδης. Γράφει ο Παν.Κ. Χρήστου: «Όπως ήταν φυσικό, οι Έλληνες έγιναν μισητοί και απεχθείς στους Ιουδαίους, αλλά οι Ιουδαίοι ήσαν τόσο σκληροί στο μίσος των, ώστε και οι ίδιοι στων Ελλήνων τα μάτια απέβησαν απάνθρωποι. Κατά την λαϊκή μυθιστορία κάθε χρόνο συνελάμβαναν έναν Έλληνα, τον εθυσίαζαν, έτρωγαν την καρδιά του και ωρκίζονταν αιώνια εχθρότητα κατά του γένους του. (Ιώσηπος, «Κατ' Απίωνος», Β 94.) Τέτοιες απόψεις έχουν επιβιώσει και στα νεώτερα χρόνια.»


Οἱ περιπέτειες τῶν ἐθνικῶν ὀνομάτων τῶν Ἑλλήνων
Σελίδες Πατριδογνωσίας

Φειδίας Ν. Μπουρλᾶς
Ἀθῆναι, 13 Ἰουνίου 2010