Ἀναβίωσις τοῦ ὀνόματος «Ἕλληνες» (Παν.Κ. Χρήστου)

Παν.Κ. Χρήστου, «Οι περιπέτειες των εθνικών ονομάτων των Ελλήνων», Κυρομάνος, 1993 (α' έκδ. 1960):

Ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος γράφει («Προς τον ίδιον υιόν Ρωμανόν») ότι οι Μανιάτες έως τώρα από τους εντοπίους ονομάζονται Έλληνες, διότι παλαιότερα ήσαν ειδωλολάτρες κατά το παράδειγμα των παλαιών Ελλήνων.

Η επανεμφάνισις του ονόματος Έλλην με την εθνική του σημασία έγινε όταν είχε λησμονηθή πλέον η ύπαρξις των ειδωλολατρών και η χρήσις του ήταν ακίνδυνη για τον Χριστιανισμό. Η επανεμφάνισις ακολούθησε την ίδια οδό με την εξαφάνισι. Το όνομα από εθνικό είχε εκπέσει πρώτα σε πολιτιστικό κι έπειτα σε θρησκευτικό και τέλος εξαφανίστηκε (διότι έκλειψις είναι η χρησιμοποίησις για την δήλωσι μη υπαρχόντων πλέον προσώπων). Με την επανεμφάνισί του τώρα, για την δήλωσι καταστάσεων του παρόντος, γίνεται πρώτα πολιτιστικό κι έπειτα πάλι εθνικό.

Η Άννα Κομνηνή γράφει («Αλεξιάς»), αναφερόμενη στο εκπαιδευτήριο ορφανών που είχε ιδρύσει ο πατέρας της:

«Και έστιν ιδείν και Λατίνον ενταύθα παιδοτριβούμενον και Σκύθην ελληνίζοντα και Ρωμαίον τα των Ελλήνων συγγράμματα μεταχειριζόμενον και τον αγράμματον Έλληνα ορθώς ελληνίζοντα.»

«Ρωμαίοι» είναι εδώ οι επίσημοι Βυζαντινοί, διοικητικοί υπάλληλοι, στρατιωτικοί κ.ο.κ. «Αγράμματοι Έλληνες» που μαθαίνουν να «ελληνίζουν ορθώς», τα μεγάλα πλήθη του λαού. (Λατίνοι οι δυτικοί και Σκύθες οι Σλάβοι.) Οι Βυζαντινοί δηλ. είναι πάντοτε Ρωμαίοι ως προς την κρατική τους υπόσταση, ως προς την εθνική τους υπόσταση πλέον όμως Έλληνες. (Το Έλλην δηλ. αρχίζει να αντικαθιστά πλέον το Γραικός, ενώ το Ρωμαίος διατηρείται ως είχε.)

Η ελληνική παιδεία προωθείται έντονα ήδη από τον 9ο αι., με την επανίδρυση του Πανδιδακτηρίου στα ανάκτορα της Μαγναύρας. Ο Φώτιος παρεξηγείται επειδή «προς τα ελληνικά φιλοτιμότερον διέκειτο ή προς τα εκκλησιαστικά». Τον 11ο αι. ο Μιχαήλ Ψελλός θεωρεί ως έπαινο του Ρωμανού Γ' ότι ήταν αναθρεμμένος «λόγοις ελληνικοίς» και ως ψόγο του Μιχαήλ Δ' ότι ήταν εντελώς άμοιρος «παιδείας ελληνικής». Η Άννα Κομνηνή καυχάται («Αλεξιάς») ότι είχε σπουδάσει «ες άκρον το ελληνίζειν».

Ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, εξιστορώντας την άλωση της πόλεως αυτής από τους Νορμανδούς (1185), αναφέρεται στους Λατίνους ως το αντίπαλο δυτικό στρατόπεδο, στους Παφλαγόνες ως ένα γεωγραφικής τοποθετήσεως φύλο, και στους Έλληνες ως το κυρίαρχο έθνος της αυτοκρατορίας:

«Οι Παφλαγόνες, έθνος ατάσθαλον και εν Έλλησι βάρβαρον, κελευσθέν ενεπήδησε τω των Λατίνων φύλω.»

Τον 14ο αι. ο Νικόλαος Καβάσιλας αποκαλεί Έλληνες τους λογίους της Θεσσαλονίκης, την δε πόλη αυτή «οίκο του ελληνισμού», διάδοχο των Αθηνών.

Μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Φράγκους (1204) οι Βυζαντινοί λόγιοι τονίζουν περισσότερο τον ελληνικό χαρακτήρα του έθνους. Ο Νικήτας Χωνιάτης επιμένει στην ονομασία «Έλληνες» («Τα μετά την άλωσιν συμβάντα τη πόλει»). Ο Νικηφόρος Βλεμμύδης αποκαλεί Έλληνες τους Βυζαντινούς βασιλείς. Ο Θεόδωρος Αλανίας γράφει στον αδελφό του ότι «εάλω μεν η πατρίς, αλλ' ανδρί σοφώ πας τόπος Ελλάς».

Ο αυτοκράτωρ της Νικαίας Ιωάννης Δούκας Βατάτζης γράφει προς τον πάπα Γρηγόριο Θ' περί της σοφίας η οποία «εν τω γένει των Ελλήνων ημών βασιλεύει». Υποστηρίζει ότι η μεταφορά της κληρονομιάς του Μεγάλου Κωνσταντίνου είναι εθνική «εις το ημέτερον γένος» (και δεν ανήκει επομένως στον Λατίνο, πλέον, αυτοκράτορα της Κωνσταντινουπόλεως).

Ο υιός του Βατάτζη Θεόδωρος Β' Λάσκαρις προβάλλει το όνομα των Ελλήνων με πραγματικό εθνικιστικό ζήλο («Χριστιανική Θεολογία», 7): Δεν τονίζει απλώς ότι «απασών γλωσσών το ελληνικόν υπέρκειται γένος», αλλά και ότι «Πάσα τοίνυν φιλοσοφία και γνώσις Ελλήνων εύρεμα... Συ δε, ω Ιταλέ, τίνος ένεκεν εγκαυχά;».

Ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων τονίζει προς τον Μανουήλ Παλαιολόγο ότι οι άνθρωποι των οποίων ηγείται είναι «Έλληνες το γένος ως η τε φωνή και η πάτριος παιδεία μαρτυρεί», ενώ ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης απαιτεί να αντικατασταθεί πλήρως η ρωμαϊκή με την ελληνική εθνική προσηγορία.

Σε πολλούς συγγραφείς γίνεται πάντοτε, όπως είδαμε και στην Κομνηνή, η διάκριση ονομάτων: Έλληνες για τον λαό και Ρωμαίοι για τον στρατό και την διοίκηση (ανάλογα με την παλαιότερη διάκριση Γραικοί- Ρωμαίοι).

Τούτο είναι δυνατό να διίδωμε και στην επιστολή του σουλτάνου της Αιγύπτου Νασίρ Νασρεδδίν Μωχάμαδ προς τον Ανδρόνικο Γ΄Παλαιολόγο, σχετική με πράγματα του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων. Μεταξύ των τίτλων του αυτοκράτορος περιέχονται και τούτα (Regel, «Analecta Byzantino- Russica», 1891, 57 ε.):

«σπάθην της βασιλείας των Μακεδόνων... ανδρειότητα της βασιλείας των Ελλήνων.., κληρονόμον της βασιλείας των Ρωμαίων».

Τέλος, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, σε ομιλία του προς τον στρατό (Γεωργίου Φραντζή, «Ιστορία») επικαλείται την Θεοτόκο ως «καταφύγιο των Χριστιανών, ελπίδα και χαρά πάντων των Ελλήνων».


Οἱ περιπέτειες τῶν ἐθνικῶν ὀνομάτων τῶν Ἑλλήνων
Σελίδες Πατριδογνωσίας

Φειδίας Ν. Μπουρλᾶς
Ἀθῆναι, 13 Ἰουνίου 2010