Ἔθνος καὶ ἐθνικισμός

Ἐθνικισμὸς εἶναι ἡ πατριωτικὴ ἰδεολογία καὶ δράσις. Τὸ αἴσθημα, τὸ βίωμα (πατριωτισμός, φιλοπατρία) ποὺ γίνεται συνείδησις, ἐνέργεια καὶ δράσις.

Ἐθνικισμὸς εἶναι ἡ ἀναρρίχησις τοῦ Σολωμοῦ Σολωμοῦ στὸν ἱστὸ τῆς σημαίας.

Ἡ εἰκόνα τῆς σημαίας τοῦ κατακτητοῦ εἶναι ἁπλῶς τὸ ἐρέθισμα τῶν ματιῶν. Ὁ πόνος στὴν καρδιά εἶναι τὸ αἴσθημα, τὸ βίωμα τοῦ πόνου τῆς πληγωμένης πατρίδος. Καὶ ἡ συνείδησις, ἡ θέλησις, ἡ ἀπόφασις, ἡ ἐνέργεια εἶναι ὁ ἐθνικισμός. Ἡ ἄνοδος στὸν ἱστό τῆς σημαίας· ἡ ἄνοδος ἀπὸ τὸ ἐπίπεδο τοῦ κοινοῦ ἀνθρώπου σὲ αὐτὸ τοῦ ἥρωος, ἀπὸ τὸ ἀτομικὸ στὸ ἐθνικό, ἀπὸ τὸ στιγμιαῖο στὸ αἰώνιο, ἀπὸ τὴν φθορὰ τοῦ παρόντος στὴν ἀθανασία τῆς αἰωνιότητος.

Ἐθνικισμὸς εἶναι τὸ σύνθημα τοῦ ἀνωνύμου ἀγωνιστοῦ στὴν ἐπαναστατημένη Κύπρο μας τοῦ 1955:

Κοίταξα πίσω μου, εἶδα ἱστορία· ἔνιωσα τὸν προορισμό.
Κοίταξα γύρω μου, εἶδα χάος· σκέφτηκα ὅτι χρειάζεται πρόσωπο.
Κοίταξα μπροστά μου, εἶδα δρόμο· κατάλαβα ὅτι ἀξίζει νὰ προσπαθήσω.
Κοίταξα μέσα μου, εἶδα πίστη· ἤξερα ὅτι θὰ φτάσω σίγουρα στὴ νίκη.

* * *

Πῶς νὰ ὁρίσουμε ἄραγε τὴν πατρίδα καὶ τὸ ἔθνος, τὴν φιλοπατρία καὶ τὸν ἐθνικισμό; Εἶναι κάτι τόσο χειροπιαστό, πρωτογενές, μὴ ἀναλυόμενο περαιτέρω, ὅσο οἱ πέτρες τῆς γῆς μας, τὸ χῶμα μας καὶ τὸ αἷμά μας, ἡ οἰκογένεια καὶ τὰ ἱερά μας (βλέπε παιάνα τῶν Σαλαμινομάχων), ὥστε μόνον βιώνεται, δὲν περιγράφεται. Καὶ εἶναι συγχρόνως κάτι τόσο ὑπερβατικό, ὅσο τὸ ἱερὸ πεπρωμένο ποὺ μᾶς ὁρίζει, ὥστε, πάλι, μόνον βιώνεται, δὲν περιγράφεται. (Χρίστος Γούδης, «Ἡ ἀνατομία τῆς Δεξιᾶς»: «Τὸ ἔθνος [...], ὅπως ὁ Θεός [...], γιὰ τὸν πιστὸ εἶναι πασιφανές, γιὰ τὸν ἀγνωστικιστὴ ἀόρατο.»)

Πῶς νὰ περιγράψουμε καὶ νὰ ὁρίσουμε αὐστηρῶς αὐτὸ ποὺ ἀνέφερα ποιητικῶς ὡς «ἄνοδο τοῦ Σολωμοῦ στὸν ἱστό»;

Ἀλλά, ἂς ἐπιχειρήσουμε νὰ δώσουμε καὶ ἕναν αὐστηρὸ ὁρισμό, ἔστω καὶ γνωρίζοντας -ἐμεῖς- ὅτι ὁ ὁρισμὸς δὲν εἶναι παρὰ ἡ ψηλάφισις τῆς ἀλήθειας, ὄχι ἡ ἀλήθεια ἡ ἴδια, καὶ ἔστω καὶ παραβαίνοντας τὴν ἑλληνικὴν ἀρετὴν τῆς λακωνικότητος (καὶ ζητῶ συγγνώμη γι᾿ αὐτὸ ἀπὸ τοὺς ἀναγνῶστες).

* * *

Ἐθνικισμὸς ὀνομάζεται ἡ πολιτικὴ φιλοσοφία ποὺ δίδει προτεραιότητα στὸ ἔθνος καὶ θεωρεῖ ὅτι ὁ ἄνθρωπος προάγεται καὶ καταξιώνεται ὡς ἐλεύθερο καὶ συνειδητὸ μέλος τῆς ἐθνικῆς κοινότητος.

Ἔθνος ὀνομάζεται ἡ ἐνσυνείδητος φυλή. Ἡ διαχρονικὴ δηλαδὴ ἑνότης τῶν παρελθόντων, παρόντων καὶ ἀγέννητων μελῶν τῆς φυλῆς (στὴν ἑλληνικὴ περίπτωσι ἀπὸ τὰ σκοτεινὰ βάθη τῆς κοσμογονίας, θεογονίας καὶ ἀνθρωπογονίας τῶν ἀρχαίων μύθων μέχρι τοὺς ἀγνώστους αἰῶνες τοῦ μέλλοντος), μὲ ἱστορικὴ συνείδησι (μνήμη κοινοῦ παρελθόντος, αἴσθησι κοινοῦ παρόντος, βούλησι κοινοῦ μέλλοντος) ἡ ὁποία διαμορφώνεται ἀπὸ τὴν κοινὴ πατρίδα -μητέρα γῆ-, τὴν κοινὴ καταγωγή καὶ τὴν κοινὴ ἱστορία καί πολιτισμό (γλῶσσα, θρησκεία, ἤθη καὶ ἔθιμα, κοσμοθεωρία καὶ βιοαντίληψι - μὲ ποικίλλουσες ἐκφράσεις αὐτῶν κατὰ χρόνο, τόπο καὶ πρόσωπο, ἐκφράσεις ὅμως τῆς κοινῆς ἐθνικῆς παραδόσεως καὶ ταυτότητος).

Πατρῴα γῆ, φυλή, ἱστορία καὶ πολιτισμός· χῶμα, αἷμα καὶ πνεῦμα: τὰ τρία ἀξεδιάλυτα ριζώματα τοῦ ἔθνους.

Ὁ ἐθνικισμὸς θεωρεῖ ὑψίστη ἀξία τὴν ἐθνικὴ ἐλευθερία καὶ αὐτοδιάθεσι, προϋπόθεσι κάθε προσωπικῆς ἐλευθερίας καὶ προόδου.

Ἀνθρωπολογικὸ πρότυπο τοῦ ἐθνικισμοῦ εἶναι ὁ πολίτης-πρόσωπο (στὴν ἑλληνικὴ περίπτωσι τὸ πρότυπο αὐτὸ πραγματώθηκε στὴν ἀρχαία πόλιν καὶ ἐκκλησίαν τοῦ δήμου, στὴν ἑλληνορθόδοξη ἑνορία-ἐκκλησία, καὶ στὴν παραδοσιακὴ ἑλληνικὴ κοινότητα)· ὄχι δηλαδὴ ἡ προπολιτισμικὴ- ἀνατολικὴ μάζα, οὔτε τὸ νεωτερικὸ- δυτικὸ ἄτομο.

Πολιτειακὸ πρότυπο τοῦ ἐθνικισμοῦ εἶναι τὸ ἐθνικὸ κράτος. Τὸ κράτος, μὲ ὁποιαδήποτε μορφή (στὴν ἑλληνικὴ περίπτωσι, εἴτε εἶναι ἡ ἀρχαία πόλις, εἴτε ἡ ἑλληνιστικὴ καὶ μεσαιωνικὴ αὐτοκρατορία, εἴτε τὸ νεώτερο ἐθνικὸ κράτος, ὅπως αὐτὸ θεμελιώθηκε μὲ «τὰ κόκκαλα τῶν Ἑλλήνων τὰ ἱερά», τὸ αἷμα τῶν ἀγωνιστῶν καὶ τὶς ἐθνοσυνελεύσεις τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821), γιὰ τὸν ἐθνικισμὸ νοεῖται ὡς ὀργανωτικὴ δομὴ ὑπηρετούσα καὶ προάγουσα τὸ ἔθνος, καὶ ὄχι ὡς εὐκαιριακὴ ἐταιρικὴ σύμπραξις ἀνεξαρτήτων ἀτόμων ἐπὶ κοινῷ συμφέροντι. Ἀπὸ τὸ ἔθνος λαμβάνει ἡ πολιτεία νομιμοποίησι, κύρος καὶ ἀποστολή. Σκοπὸς δὲ τῆς πολιτείας δὲν εἶναι τὸ ἀτομικὸ συμφέρον ἀλλὰ τὸ πολιτικὸν ἄθλημα τοῦ κατ᾿ ἀλήθειαν κοινωνικοῦ βίου (Ἀριστοτέλης: «τὸ ζητεῖν πανταχοῦ τὸ χρήσιμον ἥκιστα ἁρμόττει τοῖς μεγαλοψύχοις καὶ τοῖς ἐλευθερίοις» («Πολιτικά», 1338b)· Ἡράκλειτος: «διὸ καθ᾿ ὅ τι ἂν αὐτοῦ [τοῦ «ξυνοῦ λόγου»] τῆς μνήμης κοινωνήσωμεν, ἀληθεύομεν, ἃ δ᾿ ἂν ἰδιάσωμεν, ψευδόμεθα» (ἀπόσπασμα 16, 37-38))· ἡ πραγμάτωσις καὶ προαγωγὴ τῆς ἐθνικῆς ζωῆς καὶ τοῦ ἐθνικοῦ ἰδεώδους. Κατὰ μιὰν ἔννοιαν, τὸ ἐθνικὸν κράτος εἶναι ἡ ὁρατή, ὑλικὴ πραγμάτωσις τῆς αἰωνίου ἐθνικῆς ἰδέας στὸ ἐδῶ καὶ στὸ τώρα.

Ὁ ἐθνικισμὸς δὲν προϋποθέτει θρησκευτικὴ πίστι, καὶ δὴ συγκεκριμένο δόγμα. Ὅμως, καθώς θεωρεῖ τὴν θρησκευτικὴ παράδοσι μἐρος τῆς ἐθνικῆς παραδόσεως (ὡς ἐκ τούτου, γιὰ τὸν Ἕλληνα ἐθνικιστὴ δὲν ὑπάρχει ἀντίφασις μεταξὺ τῆς ἀρχαίας ὀλυμπίου καὶ τῆς μεσαιωνικῆς καὶ νεωτέρας ὀρθοδόξου χριστιανικῆς θρησκευτικῆς παραδόσεως, ἀμφοτέρων τῶν ὁποίων θεωρεῖ ἑαυτὸν κληρονόμο), ἀφ᾿ ἐτέρου ἐκφράζει τὴν Ἰδέα καὶ τὴν αἰωνιότητα, εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ ὑπερβατικός. Ἔτσι, ἐκ τῶν πραγμάτων ὁ ἐθνικιστὴς ἀκολουθεῖ συνήθως τὴν πατρῴα λατρεία (ἄμεση δὲ τούτη γιὰ τὸν Ἕλληνα εἶναι ἡ ἐλληνορθοδοξία). Ὁπωσδήποτε δέ, γιὰ τὸν ἐθνικιστὴ ἡ πατρίδα εἶναι ἁγιασμένη, ἔνθεος θὰ λέγαμε, μπολιασμένη μὲ τὴν αἰωνιότητα. Ἀπὸ τὸ ταπεινότερο πετραδάκι της, ἀπὸ τὰ δέντρα καὶ τὰ ζῶα, τὰ βουνὰ καὶ τὶς θάλασσες καὶ τὸν οὐρανό της, τὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων καὶ τὰ μνημεῖα καὶ τοὺς βωμούς της, τὴν οἰκογενειακὴ ἑστία, τοὺς προγόνους καὶ τοὺς ἀπογόνους, μέχρι τοὺς ἥρωες καὶ τοὺς ἁγίους καὶ τοὺς πατρώους θεούς, ὅλα εἶναι μιὰ ἑνότης, ὅλα συγκροτοῦν καὶ ἐμψυχώνουν τὴν ἁγία καὶ αἰωνία πατρίδα.

Ἀπέναντι στὸν ὑλισμὸ τοῦ καπιταλισμοῦ καὶ τοῦ κομμουνισμοῦ, ὁ ἐθνικισμὸς προτάσσει τὸν ἰδεαλισμό· τὴν πρωτοκαθεδρία τοῦ πνεύματος.

Ἀπέναντι στὸν ἰσοπεδωτικὸ ἐξισωτισμὸ τοῦ σοσιαλισμοῦ καὶ στὸν κοινωνικὸ δαρβινισμὸ (ἐπιβίωσις τοῦ ἰσχυροτέρου, νόμος τῆς ζούγκλας) τοῦ (νεο)φιλελευθερισμοῦ, ὁ ἐθνικισμὸς προτάσσει τὴν ἱεραρχία, τὴν ἀξιοκρατία καὶ τὴν ὀργανικὴ δομὴ τῆς κοινωνίας.

Ἀπέναντι στὴν τυχαιοκρατία καὶ στὴν ἄλογη κυριαρχία ἐξωανθρώπινων δυνάμεων (ὕλη, κεφάλαιο, φυσικὴ ἐπιλογή, νόμοι τῆς ἀγορᾶς, πάλη τῶν τάξεων, ἢ ἀκόμη μελλοντικὸς δυστοπικὸς «τεχνοφασισμός»- κυριαρχία τῆς μηχανῆς), ὁ ἐθνικισμὸς προτάσσει τὴν βουλησιοκρατία· τὴν βούλησι καὶ τὴν ἐνέργεια τοῦ ἐλευθέρου ἀνθρώπου καὶ τῆς κοινωνίας.

Ἀπέναντι στὸ ἀτομικό, ὑλικὸ συμφέρον ὁ ἐθνικισμὸς προτάσσει τὶς πατρῷες ἀξίες καὶ τὰ ρομαντικὰ ἰδεώδη· τὸ χρέος καὶ τὴν τιμή, τὸ ὄνειρο καὶ τὸ πεπρωμένο. (Ὁμήρου Ἰλιάς, Ζ 208-209: «αἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων, μηδὲ γένος πατέρων αἰσχυνέμεν»· Κ.Π. Καβάφης: «Ὑπῆρξεν ἔτι τὸ ἄριστον ἐκεῖνο, Ἑλληνικὸς - ἰδιότητα δὲν ἔχ᾿ ἡ ἀνθρωπότης τιμιοτέραν· εἰς τοὺς θεοὺς εὐρίσκονται τὰ πέραν.» («Ἐπιτύμβιον Ἀντιόχου, βασιλέως Κομμαγηνῆς»)).

Ἀπέναντι στὸν μηδενιστικὸ σχετικισμό, ὁ ἐθνικισμὸς προτάσσει τὴν παράδοσι.

Ἀπέναντι στὸ ἀνερμάτιστο ἄτομο τοῦ (νεο)φιλελευθερισμοῦ καὶ στὴν ἀδιαφοροποίητη μάζα τοῦ σοσιαλισμοῦ, ὁ ἐθνικισμὸς προτάσσει τὸν πολίτη-πρόσωπο.

Ἀπέναντι στὸ στιγμιαῖο, τυχαῖο καὶ πρόσκαιρο παρόν, ὁ ἐθνικισμὸς προτάσσει τὴν αἰωνιότητα.

Ἀπέναντι στὴν τυχαιότητα τοῦ μηδενισμοῦ καὶ στὸν προκαθορισμὸ τοῦ μεσσιανισμοῦ, ὁ ἐθνικισμὸς προτάσσει τὸ πεπρωμένο· τὸ ἱερὸ πεπρωμένο τὸ ὁποῖον ὁ ἐθνικιστὴς συνειδητὰ ἀκολουθεῖ καὶ ἐλεύθερα συνδιαμορφώνει.

Ὁ ἐθνικιστὴς δὲν εἶναι ὄν μονοδιάστατον. Μετέχει τῶν τεσσάρων διαστάσεων τοῦ χώρου καὶ τοῦ χρόνου.

Δὲν ζεῖ μόνον στὸ περιορισμένο, φθαρτό, ἀτομικό του σαρκίο· τὸ μεγάλο του σῶμα εἶναι οἱ πρόγονοι καὶ οἱ ἀπόγονοι.

Δὲν ζεῖ μόνον στὸ στιγμιαῖο, τυχαῖο καὶ πρόσκαιρο παρόν· βυθίζει ρίζες στὸ παρελθὸν καὶ ἁπλώνει κλαδιὰ ποὺ ἀνθίζουν στὸ μέλλον.

Ἡ κάθε του πράξις ἀντανακλᾶται στὴν φυλὴ ὁλόκληρη καὶ στὸν χρόνο ὁλόκληρο, στὸ παρὸν καὶ στὸ μέλλον. Ἡ κάθε του πράξις διαμορφώνεται ἀπὸ τὴν φυλὴ καὶ τὴν Ἱστορία· καὶ διαμορφώνει, αὐτὸς μόνος του, μὲ τὴν κάθε του πράξι (ἔχει αὐτὴν τὴν δύναμι καὶ τὸ βαρὺ προνόμιο) τὴν φυλὴ καὶ τὴν Ἱστορία. (Ἴων Δραγούμης, «Μαρτύρων καὶ Ἡρώων αἷμα», 1907: «Ναί, σὺ θὰ σώσῃς τὸ Ρωμέϊκο. Ὁ καθένας πρέπει νὰ ξέρῃ ὅτι σ᾿ αὐτὸν ἔλαχε νὰ σώσῃ τὸ ἔθνος του.» καὶ «Ὅταν ἕνας τοῦ Γένους δὲν θέλει νὰ χαθῇ τὸ Γένος, πῶς μπορεῖ τὸ Γένος νὰ χαθῇ; Ἀφοῦ ἐγὼ δὲν τὸ θέλω, πῶς μπορεῖ νὰ χαθῇ τὸ ἔθνος μου;»)

Αὐτονόητα, ὁ ἐθνικισμὸς εἶναι ἀντίθετος μὲ τὸν ἐθνομηδενιστικὸ κοσμοπολιτισμὸ καὶ διάφορος ἀπὸ τὸν σωβινισμό, τὸν φασισμό, τὸν ναζισμὸ καὶ τὸν ἰμπεριαλισμό, μὲ τοὺς ὁποίους δὲν πρέπει νὰ συγχέεται· σέβεται δὲ κάθε ἔθνος, προσβλέπει στὴν παγκόσμια κοινότητα ὡς κοινότητα ἐλευθέρων εθνῶν, καὶ θεωρεῖ τὴν ἐθνικὴ αὐτογνωσία καὶ τὸν αὐτοσεβασμὸ ἀναγκαῖες προϋποθέσεις τῆς ἰσότιμης καὶ ἀρμονικῆς συνυπάρξεως ἐλευθέρων προσώπων, κοινοτήτων καὶ ἐθνῶν στὸν κόσμο.

* * *

Γῆς παῖς εἰμι καὶ Οὐρανοῦ ἀστερόεντος, αὐτὰρ ἐμοὶ γένος οὐράνιον.
(Ὀρφεύς, ἀπόσπ. 17, 11-12)

αἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων, μηδὲ γένος πατέρων αἰσχυνέμεν
(Ὅμήρου Ἰλιάς, Ζ 208-209)

Ὦ παῖδες Ἑλλήνων, ἴτε, ἐλευθεροῦτε πατρίδ᾿, ἐλευθεροῦτε δὲ παῖδας, γυναῖκας, θεῶν τέ πατρῴων ἕδη, θήκας τε προγόνων· νῦν ὑπὲρ πάντων ἀγών.
(Ὁ πολεμικὸς παιὰν τῶν Σαλαμινομάχων, 480 π.Χ. (Αἰσχύλος, «Πέρσαι», 402-405))

αὗτις δὲ τὸ Ἑλληνικόν, ἐὸν ὅμαιμόν τε καὶ ὁμόγλωσσον, καὶ θεῶν ἱδρύματά τε κοινὰ καὶ θυσίαι ἤθεά τε ὁμότροπα, τῶν προδότας γενέσθαι Ἀθηναίους οὐκ ἂν εὗ ἔχοι.
(Ἀθηναῖοι πρὸς Λακεδαιμονίους, 480 π.Χ. (Ἡροδότου Ἱστορίαι, βιβλ. 8, 144, 14-17))

μητρός τε καὶ πατρὸς καὶ τῶν ἄλλων προγόνων ἁπάντων τιμιώτερόν ἐστιν πατρὶς καὶ σεμνότερον καὶ ἁγιώτερον καὶ ἐν μείζονι μοίρᾳ καὶ παρὰ θεοῖς καὶ παρ᾿ ἀνθρώποις τοῖς νοῦν ἔχουσι
(Σωκράτης πρὸς Κρίτωνα (Πλάτων, «Κρίτων», Stephanus σελ. 51, a-b))

Ἐσμὲν γὰρ οὗν ὧν ἡγεῖσθε τε καὶ βασιλεύετε ἕλληνες τὸ γένος ὡς ἥ τε φωνὴ καὶ ἡ πάτριος παιδεία μαρτυρεῖ.
(Γεώργιος Γεμιστός-Πλήθων πρὸς τὸν βασιλέα Μανουήλ Β' (15ος αι.))

Ἐμεῖς, καπετὰν Ἄμιλτον, δὲν ἐκάμαμε ποτὲ συμβιβασμὸ μὲ τοὺς Τούρκους. Ἄλλους ἔκοψαν, ἄλλους σκλάβωσαν μὲ τὸ σπαθί, καὶ ἄλλοι, καθὼς ἐμεῖς, ζήσαμε ἐλεύθεροι ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεά. Ὁ βασιλιάς μας ἐσκοτώθη, δὲν ἔκαμε καμμιὰ συνθήκη μὲ τοὺς Τούρκους. Ἡ φρουρά του εἶχε παντοτεινὸ πόλεμο μὲ τοὺς Τούρκους καὶ δύο φρούρια ἦσαν ἀνυπόταχτα. Ἡ φρουρά του εἶναι οἱ κλέφτες καὶ τὰ φρούρια ἡ Μάνη, τὸ Σούλι καὶ τὰ βουνά.
(Θεόδωρος Κολοκοτρώνης πρὸς τὸν Στρατηγὸ Hamilton)

Γνῶμες, καρδιές, ὅσοι Ἕλληνες, ὅ,τι εἶστε μὴν ξεχνᾶτε,
δὲν εἶστε ἀπὸ τὰ χέρια σας μονάχα, ὄχι. Χρωστᾶτε
καὶ σὲ ὅσους ἦρθαν, πέρασαν, θὰ ᾿ρθοῦνε, θὰ περάσουν.
Κριτές, θὰ μᾶς δικάσουν
οἱ ἀγέννητοι, οἱ νεκροί.

(Κωστῆς Παλαμᾶς)

Τὸ πρῶτο σου χρέος, ἐκτελώντας τὴ θητεία σου στὴ ράτσα, εἶναι νὰ νιώσης μέσα σου ὅλους τοὺς προγόνους. Τὸ δεύτερο, νὰ φωτίσης τὴν ὁρμή τους καὶ νὰ συνεχίσης τὸ ἔργο τους. Τὸ τρίτο σου χρέος, νὰ παραδώσης στὸ γιὸ τὴ μεγάλη ἐντολὴ νὰ σὲ ξεπεράση.
(Νίκος Καζαντζάκης, «Ἀσκητική»)

Ἢ Ἑλλὰς ἢ τέφρα
(Περικλῆς Γιαννόπουλος, «Νέον Πνεῦμα»)


Σελίδες Πατριδογνωσίας

Φειδίας Ν. Μπουρλᾶς
Ἀθῆναι, 15 Ἰανουαρίου 2012