γραικύλοι (graeculi) (Παναγιώτης Κ. Χρήστου)

Παν.Κ. Χρήστου, «Οι περιπέτειες των εθνικών ονομάτων των Ελλήνων», Κυρομάνος, 1993 (α' έκδ. 1960):

Η ελληνική παιδεία, όταν εισέβαλε στη Ρώμη ήδη από τον 3ο αι. π.Χ., εθάμβωσε τους Λατίνους λογίους τόσο πολύ, ώστε όχι μόνο να μιμούνται σε όλα τους Έλληνες, αλλά και ν' αποκαλούν τους εαυτούς τους, σε σύγκριση με τους Έλληνες, βαρβάρους, ή να χαρακτηρίζουν τη γλώσσα τους βάρβαρη.

Ο Μάκκος Πλαύτος στον πρόλογο της κωμωδίας του «Asinaria» μάς πληροφορεί ότι η κωμωδία συντάχθηκε από τον Δημόφιλο, ενώ αυτός απλά είναι ο μεταφραστής της στην «βαρβαρική» (λατινική):

«Demophitus scripsit, Maccus vortit barbare.»

Η επανάσταση που επέφερε ο ελληνισμός στα αυστηρά ρωμαϊκά ήθη προεκάλεσε όμως την αντίδραση των πατρικίων, πρωτοστατούντος του Κάτωνος του τιμητού. Το 161 π.Χ. η Σύγκλητος εψήφισε νόμο που απαγόρευε την εγκατάσταση ρητόρων και φιλοσόφων (δηλ. Ελλήνων λογίων) στην Ρώμη.

Η προέλασις του Ελληνικού Πνεύματος όμως δεν ήταν δυνατόν να ανακοπή. Και έτσι ο Οράτιος παραδέχεται (Epistolarum, II,1,156) ότι:

«Graecia capta ferum victorem cepit et artes intulit agresti Latio.»

(Η Ελλάς ηττηθείσα κατέκτησε τον νικητή και εισήγαγε στο αγροίκο Λάτιο την παιδεία.)

Η κατάστασις αυτή όμως είχε τις παρενέργειές της. Ήταν τέτοια η ελληνική υπεροχή, ώστε προεκάλεσε και αίσθημα μειονεξίας στους Ρωμαίους, το οποίο εκδηλώθηκε με την καλλιέργεια πνεύματος υποτιμήσεως των Ελλήνων και των πολιτιστικών αγαθών τους.

Ο Πλαύτος παρουσιάζει τους Έλληνες εμπόρους ως κακοπίστους και φιλαργύρους. την πληρωμή τοις μετρητοίς την ονομάζει «graeca fede», «ελληνική πίστωση» («Asinaria», 199). Αλλού εμφανίζει τον Ποσειδώνα να ρίπτη σε ναυαγούντες ναυτικούς άφθονο ύδωρ, σαν «ελληνικό κρασί», ύδωρ νοθείας: «Quasi vinis graecis Neptunus nobis suffudit mare.» («Rudeus», 588.)

Ο Βιργίλιος καθιστά παροιμιώδη τον υποτιθέμενο δόλο των Ελλήνων («Αινειάς», II,49):

«Timeo Danaos et dona ferentes.»

(Φοβούμαι τους Δαναούς και δώρα φέροντας.)

Και αγωνίζεται να μειώση την ποιότητα των ελληνικών επιτευγμάτων σε σχέση με τα ρωμαϊκά. Ό,τι και να δημιούργησαν οι Έλληνες (δεν μπορεί να τα αρνηθεί), οι Ρωμαίοι είναι οι κυβερνήτες των λαών («Αινειάς», VI,852):

«Άφησε άλλους λαούς να ζωντανεύουν μάρμαρα και ορείχαλκο
και να σημειώνουν την πορεία των άστρων.
Διότι εσύ, Ρωμαίε, πρέπει να κυβερνάς τους λαούς.
Τέχνη σου είναι να διδάξης τους δρόμους της ειρήνης,
να προστατεύης τον ταπεινό και να καταρρίπτης τον υπερήφανο.»

Λίγες δεκαετίες μετά τον Βιργίλιο, ο Ιουβενάλης παραδέχεται, με δυσφορία, την κυριαρχία του ελληνισμού επί της κοσμοκράτειρος πόλεως (Sat., II,60):

«Non Possum ferre, Quirites, graecam urbem.»

(Δεν μπορώ, Κύριοι, να υποφέρω ελληνική την πόλι.)

Και χαρακτηρίζει την Ελλάδα ψεύδορκη, «Graecia mendax» (Sat., X,174).

Είναι αυτονόητο ότι σ' αυτήν την αντιζηλία θα εμπλέκονταν οπωσδήποτε και το εθνικό όνομα των Ελλήνων. Ο ελληνίζων, λόγω πνευματικών ενασχολήσεων, Κικέρων, εμπαιζόταν από τους βαναύσους Ρωμαίους ως «γραικός και σχολαστικός» (Πλούταρχος, «Βίοι», «Κικέρων», 5,2).

Σε λίγον καιρό το όνομα Γραικός επήρε άκρως δυσμενή σημασία. Ο Ιερώνυμος αναφέρει ότι οι Χριστιανοί υβρίζονταν από τους Ρωμαίους ως «Γραίκοι και επιθέται», ως Έλληνες και απατεώνες (Ιερώνυμος, Epist. 54 ad Furiam 5, PL 22,552).

Εκδικούμενοι τους πνευματικούς εισβολείς οι Ρωμαίοι εσχημάτισαν και νέο υποκοριστικό τύπο του ονόματός των, σαφώς περιφρονητικό, Graeculi, Γραικύλοι, παίρνοντας ίσως αφορμή από τη διαγωγή ωρισμένων εξελληνισμένων Ανατολιτών, όπως δείχνει η συνέχεια του ανωτέρω χωρίου του Ιουβενάλη. Το όνομα τούτο που σημαίνει τον επιπόλαιο και τυχοδιώκτη απέδιδαν οι Ρωμαίοι και σε ελληνίζοντες συμπατριώτες τους, όχι χωρίς κάποια δόσι υπαινιγμού για μειωμένον πατριωτισμό ή προδοσία. Έτσι ο Κικέρων αποκαλείται από τον δήμαρχο Καλήνο «Γραικύλος» (Δίων Κάσσιος, «Ρωμαϊκή Ιστορία», 46,18,1).

 

Σημείωσις (Φειδίας Μπουρλᾶς):

Αξίζει να συγκρίνουμε τις παρατηρήσεις του Οράτιου, του Βιργίλιου και του Ιουβενάλη, με τις παρακάτω.

Schiller:

«Καταραμένε Έλληνα, τα βρήκες όλα, φιλοσοφία, γεωμετρία, φυσική, αστρονομία... Τίποτε δεν άφησες για μάς.»

Friedrich Nietzsche («Η Γένεση της Τραγωδίας», κεφ. XV, 1872):

«Αποδεδειγμένα σε κάθε περίοδο της εξέλιξής του ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός προσπάθησε να απελευθερώσει τον εαυτό του από τους Έλληνες. Η προσπάθεια αυτή είναι διαποτισμένη με βαθύτατη δυσαρέσκεια, διότι οτιδήποτε κι αν (οι δυτικοευρωπαίοι) δημιουργούσαν, φαινομενικά πρωτότυπο και άξιο θαυμασμού, έχανε χρώμα και ζωή στη σύγκρισή του με το ελληνικό μοντέλο, συρρικνωνότανε, κατέληγε να μοιάζει με φθηνό αντίγραφο, με καρικατούρα. Έτσι ξανά και ξανά μια οργή ποτισμένη με μίσος ξεσπάει εναντίον των Ελλήνων, εναντίον αυτού του μικρού και αλαζονικού έθνους που είχε το νεύρο να ονομάσει βαρβαρικά (για κάθε εποχή) ό,τι δεν είχε δημιουργηθεί στο έδαφός του.

»Μα ποιοι, επιτέλους, είναι αυτοί των οποίων η ιστορική αίγλη υπήρξε τοσο εφήμερη, οι θεσμοί τους τόσο περιορισμένοι, τα ήθη τους αμφίβολα έως απαράδεκτα, και οι οποίοι απαιτούν μια εξαίρετη θέση ανάμεσα στα έθνη, μια θέση πάνω από το πλήθος. Κανένας απο τους επανεμφανιζόμενους εχθρούς τους δεν είχε την τύχη να ανακαλύψει το κώνειο, με το οποίο θα μπορούσαμε μια για πάντα να απαλλαγούμε απ' αυτούς. Όλα τα δηλητήρια του φθονου, της ύβρεως, του μίσους έχουν αποδειχθεί ανεπαρκή να διαταράξουν την υπέροχη ομορφιά τους.

»Έτσι, οι άνθρωποι συνεχίζουν να νιώθουν ντροπή και φόβο απέναντι στους Έλληνες. Βέβαια, πού και πού, κάποιος εμφανίζεται που αναγνωρίζει ακέραιη την αλήθεια, την αλήθεια που διδάσκει ότι οι Έλληνες είναι οι ηνίοχοι κάθε επερχόμενου πολιτισμού και σχεδον πάντα τόσο τα άρματα άσο και τα άλογα των επερχόμενων πολιτισμών είναι πολύ χαμηλής ποιότητας σε σχέση με τους ηνίοχους (Έλληνες), οι οποίοι τελικά αθλούνται οδηγώντας το άρμα στην άβυσσο, την οποία αυτοί ξεπερνούν με αχίλλειο πήδημα.»

Ενώ ο Breton, όπως αναφέρει η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ (ομιλία στην Γεννάδειο Βιβλιοθήκη με θέμα «Προβλήματα ελληνικής συνέχειας», 19 Μαρ. 1996), τής εδήλωσε προσωπικώς ότι αρνείται να επισκεφθεί την Ελλάδα, διότι «κανείς δεν πηγαίνει οικειοθελώς στην χώρα των κατακτητών που επί 25 αιώνες διαφεντεύουν το πνεύμα της Ευρώπης.»



Οἱ περιπέτειες τῶν ἐθνικῶν ὀνομάτων τῶν Ἑλλήνων
Σελίδες Πατριδογνωσίας

Ἐπικοινωνία

Φειδίας Ν. Μπουρλᾶς
Ἀθῆναι, 12 Ἰουνίου 2010