Ἕλληνες καὶ βάρβαροι

Αρχικώς η λέξη «βάρβαρος» αναφερόταν στο αλλόγλωσσον. Η σταδιακή συνειδητοποίησις όμως των χαρακτηριστικών στοιχείων του Ελληνισμού, και μάλιστα μετά την σύγκρουση με τους βαρβάρους Πέρσες τον 5ο αι. π.Χ., δίδει πολιτιστικό περιεχόμενο στις λέξεις «Έλλην» και βάρβαρος. Καλόν κ' Αγαθόν, Αρετή, Λόγος, Σοφία, Ελευθερία, Κάλλος, Αρμονία, Μέτρον, Νόμος, έναντι δουλοφροσύνης, αλαζονίας, εξουσιασμού, ακαλλιέργητου πνεύματος, αμετρίας, ανομίας, αυθαιρεσίας.

Ηρόδοτος, «Ιστορίαι», βιβλ. 8, 144, 14-16:

«αύτις δε το Ελληνικόν, εόν όμαιμόν τε και ομόγλωσσον, και θεών ιδρύματά τε κοινά και θυσίαι ήθεά τε ομότροπα»

Διονύσιος Αλικαρνασσεύς, «Ρωμαϊκή αρχαιολογία», 1,89,4:

«Ως μήτε φωνήν ελλάδα φθέγγεσθαι, μήτε επιτηδεύμασιν Ελλήνων χρήσθαι, μήτε θεούς τους αυτούς νομίζειν, μήτε νόμους τους επιεικείς, ώ μάλιστα διαλλάσσει φύσις ελλάς βαρβάρου, μήτε των άλλων συμβολαίων μηδ' οτιούν.»

Χαρακτηριστικό είναι το περιστατικό, όταν, επί Θεμιστοκλέους, ούτε αυτή η παράδοση της φιλοξενίας και της ιερότητας του προσώπου του πρέσβεως δεν έσωσαν τον απεσταλμένο πρέσβη του Πέρση βασιλέως, του οποίου η θανάτωσις απεφασίσθη με την αιτιολογία ότι «φωνήν Ελληνίδα βαρβάροις προστάγμασιν ετόλμησε χρήσαι»!

Γράφει ο Παν.Κ. Χρήστου («Οι περιπέτειες των εθνικών ονομάτων των Ελλήνων», Κυρομάνος, 1993 (α' έκδ. 1960)): «Εφ' όσον η υπερηφάνεια των Ελλήνων έδωσε στον εθνικό τους βίο τόσο πλούσιο περιεχόμενο, ήταν εύλογο να τροποποιηθή και η έννοια του ονόματός των, μεταπίπτοντας από το εθνικό στο πολιτιστικό πεδίο.»

Ο Ισοκράτης, θαυμαστής της αττικής παιδείας, γράφει («Πανηγυρικός», 50):

«Τοσούτον δ' απολέλοιπεν η πόλις ημών περί το φρονείν και λέγειν τους άλλους ανθρώπους, ώσθ' οι ταύτης μαθηταί των άλλων διδάσκαλοι γεγόνασι και το των Ελλήνων όνομα πεποίηκε μηκέτι του γένους αλλά της διανοίας δοκείν είναι, και μάλλον Έλληνας καλείσθαι τους της παιδεύσεως της ημετέρας ή τους της κοινής φύσεως μετέχοντας.»

Η αίσθησις της Ελληνικής υπεροχής είναι απόλυτος. Ο Ευριπίδης γράφει («Ιφιγένεια εν Αυλίδι», 1400):

«Βαρβάρων δ' Έλληνας άρχειν εικός, αλλ' ου βαρβάρους,
μήτερ, Ελλήνων· το μεν γαρ δούλον, οι δ' ελεύθεροι.»

Ο Αριστοτέλης, ακολουθώντας τον Αισχύλο («Πέρσαι») και τον Πλάτωνα, συμπεραίνει ότι (Πολιτεία, Α 1,5):

«Ταυτό φύσει βάρβαρον και δούλον.»

Αφού όμως η καλλιέργεια των Ελληνικών αξιών και η αντίθεση με τους αλλοφύλους, οι οποίοι εστερούντο τις αξίες αυτές, προσέδωσαν και έντονο φυλετικό χαρακτήρα (εκτός από πολιτιστικό) στην αντίθεση Έλληνος-βαρβάρου, πάλι οι Έλληνες ήταν αυτοί που υπερέβησαν την φυλετική αντίθεση. (Βλ. και ρήση Ισοκράτους.) Σε αυτό συνετέλεσαν οι Σοφιστές και η υποστηριχθείσα από αυτούς διάκριση μεταξύ φύσεως και συμβατικότητος, οι Κυνικοί και το ανατρεπτικό τους πνεύμα και, τέλος, οι Στωικοί. Και αυτά όταν το Ελληνικό Πνεύμα, μέσω των κατακτήσεων του Αλεξάνδρου, εξαπλώθηκε στα πέρατα της οικουμένης και οι εξελληνισθέντες αλλόφυλοι και οι ελληνίζοντες («ελληνισταί») δεν διέφεραν ουσιαστικώς των εκ καταγωγής Ελλήνων. Τότε κατέστη δυνατόν, όπως επισημαίνει ο Παν.Κ. Χρήστου, μέχρι και να τεθεί στο στόμα του Σκύθη Αναχάρσιδος η φράση «εμοί δε πάντες Έλληνες σκυθίζουσιν»! (Κλήμης Αλεξανδρεύς, «Στρωματείς», 1,16,77. Επιστολαί Αναχάρσιδος, 1,102, στο «Epistolographi graeci» εκδ. Hercher.)

Ενωρίτερα (4ος αι. π.Χ.), ο ρήτωρ Αλκιδάμας είχε διακηρύξει ότι:

«Πάντας ελευθέρους αφήκε θεός· ουδένα δούλον η φύσις πεποίηκε.»

Και ακόμη ενωρίτερα (5ος αι.π.Χ.), ο σοφιστής Αντιφών (Oxy. pap., XI, no 1364, fr. 1-2):

«[τους εκ καλών πατέ]ρων επαιδούμεθά τε και σεβόμεθα, τους δε εκ φαύλου οίκου όντας ούτε επαιδούμεθα ούτε σεβόμεθα· εν τούτωι γαρ προς αλλήλους βεβαρβαρώμεθα, επεί φύσει πάντα πάντες ομοίως πεφύκαμεν και βάρβαροι και Έλληνες είναι· σκοπείν δε παρέχει τα των φύσει όντων αναγκαίων πάσιν ανθρώποις π.....

»Ούτε βάρβαρος αφώρισται ημών ουδείς ούτε Έλλην· αναπνέομέν τε γαρ εις τον αέρα άπαντες κατά το στόμα και κατά τας ρίνας.»

Φειδίας Μπουρλᾶς



Οἱ περιπέτειες τῶν ἐθνικῶν ὀνομάτων τῶν Ἑλλήνων
Σελίδες Πατριδογνωσίας

Ἐπικοινωνία

Φειδίας Ν. Μπουρλᾶς
Ἀθῆναι, 13 Ἰουνίου 2010