Τὰ ὀστὰ τῶν ἡρώων μας

Οἱ ἥρωες δὲν θνήσκουν, πίπτουν,
ἡ δὲ γῆ πίνουσα τὸ αἷμα των τοὺς ἀναγεννᾷ

(Ἰωάννης Μεταξᾶς)

Μοιρολόι κλαρίνου γιὰ τοὺς ἄθαφτους νεκροὺς τοῦ ᾿40

(Φειδίας Μπουρλᾶς, «Μοιρολόι κλαρίνου γιὰ τοὺς ἄθαφτους νεκροὺς τοῦ ᾿40», ἱστολόγιον Σελίδες Πατριδογνωσίας, 25-10-2008)

Συγκέντρωσα τόσα στὶς ἱστοσελίδες μου γιὰ τὸ ΟΧΙ τοῦ ᾿40, ἱστορικὰ στοιχεῖα, λογοτεχνικὰ κείμενα, πίνακες καὶ φωτογραφίες, ὅμως ὅλα μαζί, καὶ ἑκατὸ μνημεῖα καὶ πεντακόσιοι τόμοι καὶ χίλιοι πανηγυρικοί, δὲν λένε τόσα, ὅσα λένε ἐτοῦτα τὰ ξεχασμένα κόκκαλα στὰ βουνὰ τῆς Βορείου Ἠπείρου μας...

Τὰ ὀστὰ τῶν ἡρώων μας...
+ Οἱ νεκροὶ τοῦ Στρατοῦ Ξηρᾶς κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Ἑλληνοϊταλικοῦ Πολέμου, μέσα ἀπὸ τὰ ἀρχεῖα τῆς Δ.Ι.Σ. (Ἄντγος Παν. Κωνσταντόπουλος, Δντὴς ΔΙΣ/ΓΕΣ.)
+ Γιὰ το βιβλίο τοῦ Γ.Ι. Σούρλα, «Οἱ ἥρωες τοῦ 1940 περιμένουν». (Κυκλάμινο τοῦ βουνοῦ, 2-10-2007.)
+ «Alors, c' est la guerre». (Πήγασος, 23-10-2007.)
+ «Ἥρωες στά... ἀζήτητα». (Ζούγκλα, 28-10-2008)

+ Μετὰ ἀπὸ ἀγῶνες δεκαετιῶν, τὸ ΥπΕξ ἀνεκοίνωσε στὶς 20-11-2008 συμφωνία μὲ τὴν Ἀλβανία γιὰ τὴν δημιουργία δύο στρατιωτικῶν νεκροταφείων, ἡ δὲ ὁριστικὴ συμφωνία ὑπεγράφη στὶς 9-2-2009. Πάντως, καὶ ἡ συμφωνία αὐτὴ συνιστᾷ ὑποχώρησι ἀπὸ τὰ ἀρχικά μας αἰτήματα.


Ἥρωες στά... ἀζήτητα

(«Ήρωες στα ...αζήτητα», Ζούγκλα, 28-10-2008)

Στον γυναικωνίτη της εκκλησίας της Αναστάσεως, στην Κλεισούρα της Βορείου Ηπείρου, στοιβάζονται εδώ και τέσσερα χρόνια, οι οστεοθήκες Ελλήνων στρατιωτών, που σκοτώθηκαν στη διάρκεια της ελληνοϊταλικής σύγκρουσης στην περιοχή, πριν από 68 χρόνια.

Πρόκειται για 279 άγνωστους στρατιώτες και έναν πεσόντα που έγινε γνωστή η ταυτότητά του, από τη βέρα που φορούσε και βρέθηκε με τα οστά του, μέσα στον πρόχειρο τάφο του στα στενά της Κλεισούρας.

Πάγιο αίτημα της ελληνικής πλευράς, μετά τη πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Αλβανία (1990) και το άνοιγμα των συνόρων, είναι η συγκέντρωση των οστών των Ελλήνων στρατιωτών και ο ενταφιασμός τους σε τέσσερα οργανωμένα στρατιωτικά νεκροταφεία.

Μέχρι σήμερα η επίσημη Αλβανία, αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό το ελληνικό αίτημα, φοβούμενη πως η δημιουργία ελληνικών μνημείων και στρατιωτικών νεκροταφείων στην περιοχή της Βορείου Ηπείρου, υποδηλώσει έμμεσα ελληνικές διεκδικήσεις στο χώρο της Βορείου Ηπείρου.

«Οι φόβοι της Αλβανίας, που πλέον είναι σύμμαχος χώρα στο ΝΑΤΟ δεν είναι βάσιμοι. Το θέμα είναι πρωτίστως ανθρωπιστικό και όχι πολιτικό. Πρέπει να δοθεί λύση. Είναι ντροπή στο 2008 να υπάρχουν ομαδικοί τάφοι του 1940 και οστά ηρώων στα αζήτητα» δήλωσε στη zougla.gr ο αντιπρόεδρος της Βουλής Γιώργος Σούρλας, που έχει δραστηριοποιηθεί έντονα, για την επίλυση του συγκεκριμένου χρόνιου προβλήματος.

Στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου σκοτώθηκαν 11.911 Έλληνες αξιωματικοί και στρατιώτες. Η συντριπτική πλειοψηφία σκοτώθηκε, εντός της αλβανικής επικράτειας. Λίγοι πεσόντες είναι ενταφιασμένοι σε κάποιο νεκροταφείο, ενώ διάσπαρτα και εγκαταλειμμένα οστά Ελλήνων στρατιωτών, υπάρχουν σε πλαγιές, βουνά και δάση.

Σύμφωνα πάντως με δημοσίευμα της αλβανικής εφημερίδας «Γκαζέτα Σκιπτάρε», ο πρωθυπουργός Σαλί Μπερίσα, έδωσε το πράσινο φως, για την κατασκευή νεκροταφείου στο Τσιφλίγκ της Κορυτσάς, ενώ θα ακολουθήσει και ένα ακόμη στην περιοχή Κολόνια.

Σήμερα μόνο στο χωριό Βουλιαράτες, λειτουργεί οργανωμένο ελληνικό στρατιωτικό νεκροταφείο. Εκεί που το 1940-41 λειτουργούσε πεδινό νοσοκομείο του ελληνικού στρατού και θάβονταν όσοι υπέκυπταν στα τραύματά τους.

H εκπομπή «ΚΙΤΡΙΝΟΣ ΤΥΠΟΣ» βρέθηκε στους Βουλιαράτες και συνάντησε τον Γιώργο Πάκο. Τον άνθρωπο που τα χρόνια του καθεστώτος, φύλαξε τις λίστες με τα ονόματα των νεκρών Ελλήνων στο νεκροταφείο του χωριού.

Ένα δεύτερο νεκροταφείο στα στενά της Κλεισούρας, είναι έτοιμο εδώ και τέσσερα σχεδόν χρόνια, με πρωτοβουλία του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστάσιου. Παρόλα αυτά, η αλβανική κυβέρνηση δεν έχει δώσει την απαιτούμενη άδεια, για τον ενταφιασμό των οστών των 280 στρατιωτών, που ακόμη … στοιβάζονται στον γυναικωνίτη της παρακείμενης εκκλησίας της Αναστάσεως. «Το θέμα δεν είναι πολιτικό. Είναι ανθρωπιστικό και δείγμα σεβασμού στους προγόνους μας που σκοτώθηκαν για τη λευτεριά της πατρίδας και του έθνους» τόνισε στη zougla.gr ο Βασίλης Μπολάνος, πρόεδρος της «Ομόνοιας» του πολιτικού φορέα του βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού.

Διάσπαρτοι τάφοι Ελλήνων στρατιωτών, υπάρχουν σε πολλά σημεία της Βορείου Ηπείρου. Στην Κλεισούρα, στους Βουλιαράτες, στην Κορυτσά, στο Πόγραδετς, στο Αργυρόκαστρο, μέχρι τη Χιμάρα.

Συγκινητική είναι η ιστορία της οικογένειας Μπρίγκου, από τη Χειμάρρα. Στη διάρκεια του πολέμου σκοτώθηκαν στο κτήμα τους έξι Έλληνες στρατιώτες, τους οποίους έθαψαν στη συνέχεια ανάμεσα στα ελαιόδεντρα. Αργότερα επί κομμουνιστικού καθεστώτος, αρνήθηκαν να υποδείξουν στις αρχές που ήταν θαμμένοι οι στρατιώτες, επιλέγοντας τις πολυετείς φυλακίσεις και εξορίες. «Τα παλικάρια πεθάνανε για την Ελλάδα. Εμείς κάναμε το ελάχιστο για αυτούς» λέει βουρκωμένη η ηλικιωμένη Ερμιόνη Μπρίγκου, που ζητάει να τιμηθούν οι έξι νεκροί με την κατασκευή τάφων στο σημείο που είναι θαμμένοι.

[Τὸ βίντεο δὲν εἶναι διαθέσιμο.]

Ο «ΚΙΤΡΙΝΟΣ ΤΥΠΟΣ» έφτασε στο θρυλικό ύψωμα 731, όπου τον Μάρτιο του 1941 δόθηκαν σφοδρές μάχες μεταξύ Ιταλών και Ελλήνων. Στόχος της επιχείρησης «PRIMAVERA» του Μουσολίνι, ήταν η κατάκτηση του υψώματος και η διάσπαση του ελληνικού μετώπου. Η πολυήμερη μάχη, έληξε με συντριπτική ήττα των Ιταλών και με εκατοντάδες νεκρούς και από τις δύο πλευρές.

Σήμερα την ελληνική νίκη στο ύψωμα 731, θυμίζει ένα υποτυπώδες … ηρώο, που στήθηκε με ιδιωτική πρωτοβουλία. «Εδώ πρέπει να στηθεί ένα μνημείο αντάξιο των Θερμοπυλών» δήλωσε στη zougla.gr ο π. Νικόδημος Καρακασίνας, Έλληνας ιερέας στο Αργυρόκαστρο.

Στο απόσπασμα της εκπομπής που ακολουθεί μπορείτε να δείτε ένα από τα μοναδικά ντοκουμέντα για τις καθημερινές ιστορίες της κατοχής. Τη Φιλιώ Χαϊδεμένου την γνωρίσαμε όλοι από την περιπέτειά της κατά τη Μικρασιατική καταστροφή. Μια άγνωστη πτυχή της ζωής της για την περίοδο της κατοχής ξετυλίγεται μέσα από την εκπομπή σχεδόν δύο χρόνια μετά το θάνατό της.

[Τὸ βίντεο δὲν εἶναι διαθέσιμο.]

Στο τελευταίο μέρος της εκπομπής παρακολουθήστε τις συγκλονιστικές μαρτυρίες των ανθρώπων που έζησαν και πολέμησαν κατά τον πόλεμο.

[Τὸ βίντεο δὲν εἶναι διαθέσιμο.]

Οι νεκροί περιμένουν...

[Τὸ βίντεο δὲν εἶναι διαθέσιμο.]


Ὕψωμα 731: Οἱ Θερμοπύλες ποὺ δὲν ἔπεσαν

(LYNGOS, λίστα συζητήσεως «Ἐθνικισμός», 25-10-2008)

«... Εις τον ορισθέντα ως αντιπρόσωπον διὰ την υπογραφήν του πρωτοκόλλου εκεχειρίας Διοικητήν του Ι/67 Τάγματος, εδόθη η ευκαιρία να διατρέξη το προ του 731 έδαφος μέχρι του προς Δυσμάς υψ. 717, μήκους 500 περίπου μέτρων και να αντιληφθή ιδίοις όμμασι την τρομακτικήν φθοράν ην είχον υποστή οι Ιταλοί κατά τας εναντίον του 731 επιθέσεις των.

Ούτος, εις σχετικήν έκθεσίν του, αναφέρει ότι, καίτοι είχεν ήδη αντικρίσει εικόνας ανθρωποσφαγής εις τα πεδία μαχών εν Μακεδονία και Μικρά Ασία, εν τούτοις το μακάβριον και φρικιαστικόν θέαμα όπερ αντίκρυσεν εις τον μεταξύ του 731 και του 717 χώρον, υπερέβαινε τας δυνατότητας της φαντασίας του.

Όλη σχεδόν η ορατή κατά μήκος της μεταξύ των δύο υψωμάτων κορυφογραμμής ζώνη, πλάτους 150 περίπου μέτρων, ήτο κεκαλυμμένη διά πτωμάτων, εγκατεσπαρμένων κατά σωρούς, μεταξύ των οποίων, ως διακοσμητικόν συμπλήρωμα, προέβαλον αποκεκομμένα μέλη κατατεμαχισθέντων μαχητών. Η μακάβριος εντύπωσις εκορυφούτο διά της θέας θανασίμου εναγκαλισμού αντιπάλων, εξ ων ουκ ολίγοι από της Ελληνικής πλευράς.

Ανάλογον εικόνα θα παρουσίαζον ασφαλώς και αι εκατέρωθεν της κορυφογραμμής προς τας χαράδρας Προι Μαθ και Προι Βέλες κατερχόμεναι κλιτείς (2) (Αρχείον ΔΙΣ/Φ.682/Θ/1)

Σημειωτέον ότι, ως αναφέρεται εν τη εκθέσει του 19ου Συντάγματος, όπερ ημύνετο του υψ. 731, ο επί κεφαλής των αποσταλέντων υπό των Ιταλών εις τας Ελληνικάς γραμμάς την πρωίαν της 22ας Μαρτίου κηρύκων στρατιωτικός ιερεύς, υπέστη ισχυρόν ψυχικόν κλονισμόν επί τη θέα της τρομεράς ανθρωποσφαγής.

Ούτος, καίτοι είχε διαδράμει με δεδεμένους οφθαλμούς το εγγύτερον προς τας Ελληνικάς γραμμάς έδαφος, ένθα η πυκνότης των πτωμάτων ήτο μεγαλυτέρα, εν τούτοις ευθύς ως ωδηγήθη εις το Σ.Δ. του ΙΙΙ/19 Τάγματος και τω αφηρέθη ο επίδεσμος των οφθαλμών, εκάλυψε το πρόσωπόν του δι' αμφοτέρων των χειρών, ψιθυρίζων "terribile" (τρομερόν), κατελήφθη υπό τρομώδους καταστάσεως και απητήθη αρκετή δόσις κονιάκ ίνα συνέλθη και ανακτήση την ηρεμίαν του.

Η εξαιρετική αυτή φθορά των ενεργησάντων τας εναντίον του υψ. 731 τμημάτων, δικαιολογεί την απόφασιν των Ιταλών όπως ανεγείρουν επί του υψώματος τούτου όπερ απεκάλεσαν «Ιεράν Ζώνην» (1) (Στρατάρχη Cavallero. «DIARIO» 14 Μαρτίου) το γενικόν μνημείον των πεσόντων εν Αλβανία μαχητών των ...»

ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ ΣΤΡΑΤΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΡΑΤΟΥ
«ΕΛΛΗΝΟΪΤΑΛΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ 1940-41»
σελ. 143-144.

Καὶ τὰ ὀστὰ τῶν δικῶν μας; Τί συνέβη στὰ ὀστὰ τῶν Ἑλλήνων μαχητῶν;


Τοὺς νεκρούς μου δὲν θὰ τοὺς προδώσω

(Πάνος Μπαΐλης, «Τους νεκρούς μου δεν θα τους προδώσω», ἐφημερὶς «Ἐλεύθερος Τύπος», 27-10-2007)

H 74χρονη κ. Ερμιόνη, από τη Χειμάρρα δεν σταμάτησε ποτέ να κλαίει τους πεσόντες στο τελευταίο οχυρό. Οι ήρωες γι' αυτήν έχουν πάντα όνομα.

«E, μο διάολε, τράβα το δρόμο σου. Εγώ τους νεκρούς μου δεν θα τους προδώσω».

Η κ. Ερμιόνη Πρίγκου είχε αγριέψει.

Ο Αλβανός αστυνομικός την απειλούσε με φυλακή. Εκείνη όμως επέμενε να τιμήσει -με το δικό της τρόπο, αλλά φανερά πια- τους έξι στρατιώτες που έπεσαν νεκροί δέκα μέτρα από την αυλή της, πριν από 65 χρόνια στα βουνά της Χειμάρρας. Κοριτσάκι τότε, η 74χρονη σήμερα Ερμιόνη θυμάται που έριχνε κι αυτή χώμα για να σκεπάσει τα άψυχα κορμιά των φαντάρων.

«Να, εδώ είναι ο Γιάννης. Ο Ματθαίος με τον Αντρέα είναι από εκεί. Μπορεί να κάνω και λάθος. Πάντως, ο Πάνος είναι από εδώ».

Μεγάλωσε με δύο ομαδικούς τάφους στον κήπο της. Γι' αυτήν οι ήρωες -έστω και νεκροί- έχουν όνομα και ταυτότητα. Και αν άλλοι τούς έχουν ξεχάσει, αυτή, η Ερμιόνη Πρίγκου, αλλά και ο ξάδερφός της, Δημήτρης, 78 χρόνων (ζούσαν τότε μαζί), δεν έπαψαν ποτέ να τους κλαίνε, να τους μιλάνε, να τους ανάβουν ένα κερί περιμένοντας κάποιος από την Ελλάδα να ενδιαφερθεί για τους δικούς τους νεκρούς ήρωες.

Για τους υπερασπιστές του τελευταίου ελληνικού οχυρού του νοτιοδυτικού μετώπου στη Χειμάρρα, που έπεσαν δίνοντας χρόνο στους άλλους για να οπισθοχωρήσουν με ασφάλεια.

«Αχ, τα παιδιά... Παίζανε μαζί μου. Μου φορούσαν τα καπέλα τους. Όλο ζωή.

Το έφερε έτσι η μοίρα και δεν με αποχωρίστηκαν ποτέ. Ούτε εγώ. Ούτε κανένας από την οικογένειά μας. Γεράσαμε μαζί με τα παιδιά. Θα ζούσαν άραγε τώρα; Μπορεί. Την αγάπαγαν αυτά τα παιδιά τη ζωή».

Η κυρία Ερμιόνη, η οποία ζει στη ρίζα του βουνού Σκουτάρα, περίπου δέκα χιλιόμετρα από τη Χειμάρρα, έζησε από κοντά -σχεδόν από τα δέκα μέτρα...- το έπος του '40.

Τις μάχες, το αίμα των φαντάρων, το ρόγχο του αξιωματικού τους λίγο πριν πεθάνει, την ώρα που τους άφηνε το πορτοφόλι του. «Πάρτε το», τους είπε, «εμένα εκεί που θα πάω δεν θα μου χρειαστεί».

Στο δικό της διάσελο, 30 μέτρα από την αυλή της, η ιστορία είχε χαρές και πανηγύρια, όταν οι Ιταλοί οπισθοχωρούσαν άτακτα. Δάκρυα, για το στρατιώτη που σκοτώθηκε μπροστά στα μάτια της από όλμο. Αγωνία, αν θα γύριζαν τα παιδιά ζωντανά όταν έβγαιναν για μάχη. Αν οι όλμοι που έπεφταν κατά δεκάδες τούς κομματιάσουν όλους. Μοιρολόι, για τους έξι τελευταίους υπερασπιστές του νοτιοδυτικού μετώπου, που έπεσαν νεκροί από τα πολυβόλα των Ιταλών. Αλλά και αγανάκτηση, γιατί κανένας δεν ενδιαφέρθηκε «για τα παιδιά αυτά, να τους ξεθάψει να τους πάει στους δικούς τους, να τους θάψουν στον τόπο τους, να νιώσουν το δάκρυ των δικών τους. Εμ, λέτε δεν καταλαβαίνουν οι νεκροί;»

«Εγώ θα πεθάνω και ακόμη... Εμένα ο πατέρας μου πήγε πέντε φορές εξορία από τον Χότζα γιατί δεν τους μαρτύρησε ποτέ πού τους είχαμε θάψει. «Πού είναι θαμμένοι οι Ελληνες;», τον ρωτούσαν και αυτός τους απαντούσε πως δεν ήξερε. Μια μέρα ένας Αλβανός αστυνομικός τον έφτυσε στο πρόσωπο. Εκείνος γέλασε. «Εγώ», μας έλεγε, «δεν θα τους προδώσω. Μην τους προδώσετε ούτε εσείς». Έπαιρνε τα ρούχα του και άντε στην εξορία.»

Η κ. Ερμιόνη ξεσπάει. Εκεί στο χωράφι με τις ελιές, δυο ξύλινοι σταυροί στηριγμένοι με λίγες πέτρες κρύβουν τους ήρωές της. Έψαξε η ίδια. Έψαξε ο ξάδερφός της να βρουν τους συγγενείς των νεκρών, αλλά μάταια. «Κανείς δεν ενδιαφέρθηκε γι' αυτούς.»

Και ευτυχώς, όπως λέει, «βρέθηκαν οι νέοι της Ομόνοιας και έστησαν ένα μνημείο. Εγώ τους δώρισα το χώρο. Ετσι μου είχε πει ο πατέρας μου. Κάτι είναι κι αυτό. Αλλά δεν είναι κρίμα το ελληνικό κράτος να μην ενδιαφερθεί;

Ένας να έρθει ν' ανάψει ένα καντήλι;

Ένα κερί;

Και να σκεφτείτε ότι εμένα ήρθαν τώρα οι Αλβανοί και μου έκαναν παρατήρηση γιατί τους άφησα να κάνουν μνημείο στο χωράφι μου.

Και εγώ τους είπα:

«Έτσι, γιατί αυτό το χωράφι έχει στοιχειώσει από το αίμα τους.»

Και ότι είναι δικοί μου οι νεκροί και να πάνε από εκεί που ήρθαν. Και μένα τότε μου είπαν ότι θα με πάνε φυλακή. Και εγώ τους είπα να με πάνε, κάποιος θα βρεθεί να με βγάλει. «Αλλά και να μη με βγάλει κανένας, δεν με νοιάζει. Ο πατέρας μου πήγε πέντε φορές εξορία. Ε, μο διάολε. Τους νεκρούς μου δεν θα τους προδώσω»...»

Οι αχλαδιές προστάτευσαν τους τάφους

Ήταν πια Απρίλης του 1941. Η υποχώρηση είχε αρχίσει.

Οι Ιταλοί άρχισαν να χτυπούνε από παντού. Ένας ένας οι μαχητές έπεφταν νεκροί. Αλλοι πέντε και ένας ο Αλογογιάννης έξι.

«Στο σπίτι γινόταν θρήνος. Ο Προβατάς, ένα από τα παιδιά, ζούσε πλημμυρισμένος στα αίματα. Έδωσε το πορτοφόλι στον πατέρα μου, πέθανε κι αυτός. Τους έδεσαν με τις κουβέρτες. Έσκαψαν λίγο στο χωράφι, ίσα ίσα για να τους σκεπάσουν. Εμείς είχαμε απομακρυνθεί μέχρι να δούμε τι θα γίνει.

Σαν γυρίσαμε, τους είδαμε τους τάφους. Οι μύτες από τα άρβυλα ξεχώριζαν από το χώμα. Ορμήσαμε κι εμείς τα μικρά παιδιά και αρχίσαμε να τα σκεπάζουμε.

Δύο οι τάφοι, έξι οι νεκροί. Ο πατέρας μου αργότερα φύτεψε στους δύο τάφους από μια αχλαδιά. Το χωράφι ανήκε στο συνεταιρισμό και υπήρχε φόβος όπως θα οργωνόταν να βρούνε τα οστά των παιδιών. Έτσι, με τις αχλαδιές λύθηκε το πρόβλημα».

Η κ. Ερμιόνη δεν ξεχνάει την ταφή των στρατιωτών. Αλλά και το μετά.

«Σε κάθε γιορτή η μάνα μου νύχτα μεσάνυχτα πήγαινε και άναβε ένα κερί. Δεν έπρεπε να μας δει κανείς. Εμείς όμως πηγαίναμε τα Χριστούγεννα, το Πάσχα, την 25η Μαρτίου αλλά και την 28η Οκτωβρίου.

Έρχονταν οι Αλβανοί και έψαχναν, αλλά εμείς δεν τους είπαμε τίποτε».

Με την πτώση του καθεστώτος του Χότζα, η οικογένεια Πρίγκου τοποθέτησε δύο σταυρούς στους τάφους. Άναψε κεριά. Στάθηκε με ευλάβεια. Παράλληλα, άρχισε να αναζητά τους συγγενείς των νεκρών αλλά και κάποιον υπεύθυνο από την ελληνική πλευρά, για να στηθεί ένα μνημείο και να μεταφερθούν τα οστά στην Ελλάδα.

«Μόνοι τους πολέμησαν. Μόνοι τους και τώρα;»

Το μνημείο στήθηκε, τελικά, από τους νέους της Ομόνοιας. Τα οστά όμως εκεί, στο χωράφι. Η κ. Ερμιόνη, παρά τις απειλές των Αλβανών, παραχώρησε μια γωνιά από το χωράφι της για το μνημείο -«ήταν απαίτηση του πατέρα μου»-, στο οποίο χαράχτηκαν τα ονόματα των νεκρών:

Παναγιώτης Αλογογιάννης, Καμάρι 1917.

Ανδρέας Προβατάς, Κέρκυρα.

Ματθαίος Λαγός, Δημήτρης Σέλας, Κοντόσταυλο Κορινθίας.

Νικόλαος Κτημαδάκης, Ηράκλειο Κρήτης.

Κέρκης (Μοραΐτης).

Σταμάτησαν τα τανκς με κουβέρτες

««Αέρα, φούσκωστ' στο μπουτ'», φώναζαν οι στρατιώτες με εφ' όπλου λόγχη.

Σαν να τους ακούω τώρα.

Σαν να τους βλέπω να ανεβαίνουν το ύψωμα του Αϊ-Θανάση μέσα στο χιόνι.

Εμείς τους βλέπαμε από τα σπίτια. Μας φαίνονταν τότε εμάς ήρωες, ελευθερωτές, θεόρατοι γίγαντες...».

Ο κ. Δημοσθένης Κουρεμένος, 81 χρόνων, συνταξιούχος δάσκαλος, ήταν από τα παιδιά που έσπευσαν κρατώντας μια ελληνική σημαία να υποδεχτούν τον ελληνικό στρατό.

«Μου φαίνονταν ψηλοί. Μέσα στις χλαίνες τους, αξύριστοι όπως ήταν, είχαν κάτι που μας συνέπαιρνε εμάς τα παιδιά. Μετά ήρθαν οι αξιωματικοί και εγκαταστάθηκαν στο σπίτι μας. Και δίπλα ακριβώς είχαν το πεδινό χειρουργείο.

Έφερναν τους τραυματίες και τους αρρώστους με τα ασθενοφόρα. Πρέπει να ήταν λεωφορεία που τα είχε επιτάξει ο στρατός. Οι γιατροί μαγείρευαν και έτρωγαν εδώ. Μας έδιναν και μας και κάναμε μια χαρά... Μετά όμως ήρθαν τα δύσκολα.

Έβγαινα πίσω από το σπίτι και τι έβλεπα;

Χέρια και πόδια κομμένα που τα έθαβαν σε μια γωνιά.

Αυτό δεν θα το ξεχάσω ποτέ.

Μα, κάτω δεν το έβαζαν ούτε οι τραυματίες ούτε οι στρατιώτες που είχαν σκορπιστεί σε όλα τα σπίτια. Έκαναν επιθέσεις συνέχεια. Ο λόφος του Αϊ-Θανάση ήταν πολύ σημαντικό σημείο για την πορεία της αντεπίθεσης και οι αξιωματικοί έδιναν συνέχεια διαταγές. Οι στρατιώτες πολεμούσαν και οι γυναίκες του χωριού τούς πήγαιναν πολεμοφόδια φορτωμένα στην πλάτη τους και φαγητό, με πρώτη την Αμαλία Μπίστη. Ε, με τα πολλά το ύψωμα έπεσε. Οι Ιταλοί έφυγαν και εμείς πανηγυρίζαμε πίσω».

Παράλληλα με τον ελληνικό στρατό, και οι Ιταλοί επιχείρησαν να καταλάβουν τους Βουλιαράτες. Μια φορά επιχείρησαν να μπουν στο χωριό με τανκς. Έτρεξαν τότε μερικοί στρατιώτες, κρύφτηκαν πίσω από τα βάτα και μόλις πέρασαν τα τανκς, πέταξαν στο δρόμο κουβέρτες. Μπλέχτηκαν οι κουβέρτες με τις ερπύστριες και τα τανκς ακινητοποιήθηκαν. Αυτή δεν ήταν παρά μία από τις πολλές μικρές μάχες που έδιναν οι στρατιώτες.

Δεν πρέπει να τους ξεχάσουμε

Στους Βουλιαράτες σήμερα υπάρχει το μοναδικό ελληνικό στρατιωτικό νεκροταφείο. Εκεί είχαν ταφεί όσοι στρατιώτες πέθαναν στο πεδινό νοσοκομείο, αλλά και όσοι σκοτώθηκαν στις μάχες για την κατάληψη του Αϊ-Θανάση.

Ο 70χρονος Γιώργος Πάκος, συνταξιούχος ράφτης πια, φροντίζει να ανάβει ένα καντήλι, να καθαρίζει τους τάφους.

«Δεν πρέπει να τους ξεχάσουμε. Εγώ γι' αυτό προσπαθώ. Αυτό το νεκροταφείο το έσωσε ο θείος μου, Δημήτρης Πάκος. Αυτός ήξερε και τα ονόματα. Και όταν επί Χότζα δόθηκε εντολή να καταστραφούν οι σταυροί, αυτός τους πήρε και τους έθαψε για να μείνουν τα ονόματα. Και τα είχε γράψει αυτά. Έτσι σώθηκαν».

Το θέμα των ελληνικών στρατιωτικών νεκροταφείων απασχόλησε αμέσως μετά την πτώση του καθεστώτος την Ελλάδα. Έγιναν προσπάθειες συλλογής των οστών των Ελλήνων στρατιωτών στην Κλεισούρα, την Πρεμετή, το Τεπελένι. Οι δύο πλευρές έχουν έρθει σε συμφωνία, η οποία όμως δεν έχει αρχίσει ακόμη να εφαρμόζεται. Η ελληνική πλευρά εκτιμά πως περίπου 7.000-9.000 είναι οι νεκροί στρατιώτες που δεν έχουν εντοπιστεί...

«Ανατρίχιαζες όταν ηχούσε η σάλπιγγα για τους βομβαρδισμούς»

«Ο Οκτώβρης είχε 28. Στο δρόμο περνούσαν οι Ιταλοί. Αυτοκίνητα, τανκς, κανόνια.

Ο πατέρας μου ήταν παπάς. Βγήκε στην αυλή.

«Ε, τους κερατάδες (για τους Ελληνες το έλεγε), να μην τους ρίξουν μια τουφεκιά! Να τους σταματήσουν λίγο», είπε και μπήκε στο σπίτι. Σε λίγες μέρες που άρχισε η αντεπίθεση, τι χαρά που έκανε!

Τραγουδούσε κι αυτός το «κορόιδο Μουσολίνι», τον... εθνικό ύμνο.

Όλοι στο χωριό ζούσαμε μεγάλες στιγμές.»

Ο 81χρονος Γιάννης Γκίκας στους Ζερβάτες, ένα χωριό που βρέθηκε στο κέντρο των επιχειρήσεων, ήταν από τους νέους που έζησαν τον πόλεμο, τις νίκες του στρατού, τις αγωνίες του.

«Θυμάμαι μια μέρα περνούσαν οι δικοί μας και είχαν στη μέση Ιταλούς αιχμαλώτους. Είναι σαν να τους βλέπω τώρα μπροστά μου. Με σκυμμένα κεφάλια, χαμένοι στις χλαίνες τους. Οσο έμεναν οι στρατιώτες εδώ, εμείς τα παιδιά περνούσαμε ζάχαρη. Στην άκρη του χωριού είχε στρατοπεδεύσει το τμήμα οδοποιίας. Εμείς τα παιδιά πηγαίναμε κάθε μεσημέρι και μας έδιναν φαγητό. Παίρναμε και για το σπίτι. Φασολάδα, ρέγκες, μπακαλιάρο, χαλβά, η καλύτερή μας. Μας έριχναν τα αεροπλάνα συνεχώς και τις περισσότερες ώρες ήμασταν κλεισμένοι στα σπίτια μας...».

Στις 6 Δεκεμβρίου ο ελληνικός στρατός έφτασε στη Δερβιτσάνη, το χωριό όπου τελικά εγκαταστάθηκε και το στρατηγείο.

«Μπροστά οι τσολιάδες και πίσω οι άλλοι. Εμείς είχαμε παραταχθεί δεξιά και αριστερά του δρόμου και χειροκροτούσαμε. «Θα νικήσουμε», φώναζαν οι στρατιώτες. «Θα τους πετάξουμε στη θάλασσα».

Ήρθαν και οι στρατηγοί. Ο Κοσμάς με τον Δεμέστιχα. Το Γενάρη ήρθε και ο διάδοχος ο Παύλος. Σε ένα σπίτι είχε εγκατασταθεί ο Γεώργιος Ράλλης, αξιωματικός τότε», θυμάται ο 82χρονος Μιχάλης Μάλλιος.

Πολλές οι αερομαχίες πάνω από τη Δερβιτσάνη. «Κάθε φορά που τα ιταλικά αεροπλάνα έρχονταν να βομβαρδίσουν, ηχούσε η σάλπιγγα και εμείς κλεινόμασταν στα σπίτια. Ανατρίχιαζες...»

Ο Μάνθος Μπόμπορης, 87 χρόνων, εργαζόταν σε φούρνο στο Αργυρόκαστρο. «Βγάζαμε κουραμάνες για το στρατό. Μια μέρα μια βόμβα έπεσε δίπλα στο φούρνο. Θυμάμαι, έρχονταν τότε οι στρατιώτες και μας ρωτούσαν «πού είναι, ρε παιδιά, οι Ιταλοί;». Και εμείς χαιρόμασταν...»

Η σάλπιγγα ήχησε και όταν άρχισε η υποχώρηση. «Τότε μας είπαν οι αξιωματικοί να μη βγαίνουμε από τα σπίτια, γιατί αυτοί θα ρίχνουν με όποια όπλα είχαν. Ηταν δύσκολες οι ώρες της υποχώρησης. Ευτυχώς οι Ιταλοί δεν μας πείραξαν», λέει ο 83χρονος Χρήστος Δέδες.


Δύο ἑλληνικὰ στρατιωτικὰ νεκροταφεῖα στὴ Βόρειο Ἤπειρο

(Παναγιώτης Σαββίδης, «Δύο ελληνικά στρατιωτικά νεκροταφεία στη Βόρειο Ήπειρο», Ζούγκλα, 9-2-2009)

Μπήκαν και επίσημα σήμερα οι υπογραφές στα Τίρανα, στη συμφωνία για τη δημιουργία δύο στρατιωτικών κοιμητηρίων στη Βόρειο Ήπειρο, για τους άταφους νεκρούς του ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940-1941.

Η κυβέρνηση Μπερίσα έδωσε το «πράσινο» φως, για τη δημιουργία ενός δεύτερου στρατιωτικού κοιμητηρίου στην περιοχή της Κλεισούρας. Το πρώτο υπάρχει εδώ και χρόνια στο χωριό Βουλιαράτες Αργυροκάστρου και αποτελεί επίσημο σημείο εορτασμού της εθνικής επετείου.

Στην Κλεισούρα το κοιμητήριο έχει ολοκληρωθεί με ενέργειες του αρχιεπισκόπου Αλβανίας, Αναστάσιου και απομένει μόνο ο ενταφιασμός των οστών των 280 Ελλήνων στρατιωτών, που σήμερα οι οστεοθήκες τους στοιβάζονται, στο γυναικωνίτη παρακείμενης εκκλησίας.

Ωστόσο, ερωτήματα υπάρχουν, γιατί η ελληνική πλευρά υπαναχώρησε από το αρχικό αίτημα, για δημιουργία τεσσάρων νέων στρατιωτικών κοιμητηρίων, στην Κορυτσά, την Κλεισούρα, την Πρεμετή και τη Χειμάρρα, όπου υπάρχουν διάσπαρτα οστά Ελλήνων στρατιωτών.

Τον περασμένο Οκτώβριο, η εκπομπή «ΚΙΤΡΙΝΟΣ ΤΥΠΟΣ» είχε αναδείξει το πρόβλημα με ένα οδοιπορικό στα σημεία που βρίσκονται άταφοι οι νεκροί του 1940- 1941. Στο Αργυρόκαστρο, στην Κλεισούρα, στη Χειμάρρα.

Απόλυτα δικαιωμένος από την εξέλιξη αυτή, δηλώνει ο αντιπρόεδρος της βουλής, Γιώργος Σούρλας, που είχε κάνει «σημαία» τη δημιουργία οργανωμένων στρατιωτικών νεκροταφείων στη Βόρειο Ήπειρο. «Μιλάμε για 7.976 νεκρούς που τα οστά τους βρίσκονται διάσπαρτα. Η απόφαση αποτελεί λύση σε μία εθνική εκκρεμότητα για περισσότερα από 68 χρόνια» δήλωσε στη zougla.gr ο Γιώργος Σούρλας, που είχε προειδοποιήσει πως δεν θα ψηφίσει στη βουλή τη Συμφωνία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης της Αλβανίας με την Ε.Ε, εάν πρώτα δεν δινόταν λύση στο ζήτημα με τα ελληνικά στρατιωτικά κοιμητήρια στη Βόρειο Ήπειρο.

Τη συμφωνία υπέγραψε από την Ελλάδα η υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη, παρουσία του υφυπουργού Εθνικής Άμυνας Κώστα Τασούλα.


Περὶ τῶν στρατιωτικῶν νεκροταφείων στὴν Βόρειο Ἤπειρο

(«Περί των στρατιωτικών νεκροταφείων στη Β. Ήπειρο…», chaonia online, 20-10-2009)

EΠΙΣΤΟΛΕΣ ΣΤΟΝ «Π.Λ.»

Κύριε Διευθυντά,

Με πανηγυρικές δηλώσεις ανακοίνωσαν η αρμόδια ΥΠΕΞ κ. Ντόρα Μπακογιάνη και ο αρμόδιος Υφ. Εθνικής Άμυνας κ. Κωνσταντίνος Τασούλας, την υπογραφή στα Τίρανα της συμφωνίας Ελλάδος και Αλβανίας, για τη δημιουργία δυο Ελληνικών Στρατιωτικών Νεκροταφείων στο χώρο της Βορείου Ηπείρου. Μάλιστα έγινε λόγος και για τακτοποίηση του θέματος που εκκρεμούσε για περισσότερα από δέκα χρόνια... Όμως, όσοι γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα, ένιωσαν τεράστια έκπληξη, απορία και προβληματισμό γι' αυτή την εξέλιξη. Κι αυτό γιατί στην πράξη δεν γίνεται τίποτε ολοκληρωμένο. Πανηγυρίζουν και θριαμβολογούν οι αρμόδιοι για την δημιουργία Στρατιωτικού Νεκροταφείου στους Βουλιαράτες (!), ενώ αυτό υφίσταται εδώ και δεκαετίες, καθώς το διατηρούσαν με κίνδυνο της ζωής τους οι αδελφοί Βορειοηπειρώτες στα μαύρα χρόνια της κομμουνιστικής δικτατορίας του Ενβέρ Χότζα. Παράλληλα δε, ας μην ξεχνάμε ότι μετά την πτώση του καθεστώτος, η Ελληνική Κυβέρνηση το ανακαίνισε εκ βάθρων, μετατρέποντάς το σε πραγματικό στολίδι και εγκαινιάζοντάς το επισήμως. Επομένως είναι απορίας άξιον τι είναι αυτό που θα δημιουργηθεί στους Βουλιαράτες. Ταυτόχρονα βέβαια είναι θετικό το γεγονός δημιουργίας Στρατιωτικού Νεκροταφείου στην Κλεισούρα, αλλά γιατί αλήθεια «ξεχάστηκε» το αντίστοιχο που θα κατασκευαζόταν στην Κορυτσά; Γιατί μέχρι πρόσφατα η Ελληνική πλευρά μιλούσε για τρία (3) Ελληνικά Στρατιωτικά Νεκροταφεία, ενώ οι Αλβανοί εθνικιστές αντιδρούσαν, κατηγορώντας την Ελλάδα ότι με την δημιουργία τριών (3) Ελληνικών Στρατιωτικών Νεκροταφείων «οριοθετεί το χώρο της Βορείου Ηπείρου». Φαίνεται λοιπόν ξεκάθαρα, ότι οι Αλβανοί μας «άδειασαν» για μια ακόμη φορά με περισσή ευκολία. Κι έτσι, για τους ήρωες που έπεσαν στην περιοχή της ανατολικής Βορείου Ηπείρου, στην καλύτερη περίπτωση τα οστά τους θα μεταφερθούν δεκάδες χιλιόμετρα μακρύτερα για να μην ενοχλεί η παρουσία τους τους «φίλους μας» Αλβανούς. Ασφαλώς θα τρίζουν τα κόκκαλα των ηρωικών νεκρών μας, που έπεσαν στον αγώνα ενάντια στην φασιστική Ιταλία για την απελευθέρωση της πανάρχαιας Ελληνικής γης της Βορείου Ηπείρου. Κι έτσι χάθηκε ακόμη μια ευκαιρία για την οριστική ανάπαυσή τους, αφού και πάλι επιλέξαμε την ικανοποίηση των απαράδεκτων αλβανικών απαιτήσεων, διαγράφοντας μια ιστορική οφειλή... Κρίμα και πάλι κρίμα... Σας ευχαριστώ για τη φιλοξενία

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Π. ΚΑΛΛΙΑΚΜΑΝΗΣ
Μέλος Κ.Δ.Σ. ΠΑ.ΣΥ.Β.Α.
Τακτικό μέλος Σ.Φ.Ε.Β.Α.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΟΥΡΑΣ



Ἡ Ἑλλὰς τοῦ ΟΧΙ
Σελίδες Πατριδογνωσίας

Ἐπικοινωνία

Φειδίας Ν. Μπουρλᾶς
Ἀθῆναι, 8 Ὀκτωβρίου 2011